Αποδόμηση συνομωσιολογίας: Από την απλοϊκή αναζήτηση μιας "απόκρυφης αλήθειας" στην αργή σύνθεση μιας πολύπλοκης αλλά τεκμηριωμένης πραγματικότητας

[Read this article in English]

Η ψηφιοποίηση της πληροφορίας και η κοινοποίησή της σε πλατφόρμες όπως το YouTube, έχει καταστήσει δυνατή την παρακολούθηση ομιλιών από συνέδρια και συνεντεύξεις σπουδαίων ερευνητών. Ενδεικτικά, μπορεί να παρακολουθήσει κανείς την ομιλία του καθηγητή Eric Cline στην οποία παρουσιάζει το βιβλίο του για την κατάρρευση της Εποχής του Χαλκού [εδώ], τη συνέντευξη της καθηγήτριας Mary Voyatzis σχετικά με τα αποτελέσματα των ανασκαφών από τα ιερά της Αλέας Αθηνάς στην Τεγέα και του Λυκαίου Διός στη Λυκόσουρα [εδώ] και τη συνέντευξη σε μορφή συζήτησης του δόκτορος Owen Rees στην οποία αποδυναμώνει με επιχειρήματα τις εικασίες για εξωγήινη συμμετοχή στην οικοδόμηση των πυραμίδων της Αιγύπτου [εδώ].

Στον αντίποδα η πλατφόρμα δίνει ισάξιο βήμα και σε αυτοαποκαλούμενους ερευνητές. Αφορμή για την παρούσα ανάρτηση στάθηκε ένα βίντεο με τίτλο Οι Προσέληνοι Αρκάδες! Ποια γνώση μας άφησε ο Παυσανίας για την αρχαιότερη πόλη του κόσμου;; με thumbnail εικόνα επιστημονικής φαντασίας. Το βίντεο έχει αναρτηθεί από ένα κανάλι με συνομωσιολογικές αναρτήσεις. Η αφήγηση αποτελείται από ένα κράμα λεγομένων του Παυσανία και εικασιών του συντάκτη του κειμένου σχετικά με την αρκαδική Λυκόσουρα. (Μην μπείτε στον κόπο να) Δείτε το βίντεο εδώ.

Παρακάτω έχουν απομονωθεί τρία σημεία από την αφήγηση στα οποία θα ασκηθεί κριτική με τη μορφή αντιπαράθεσης. Από τη μία έχουμε τις μεγαλεπήβολες δηλώσεις και τα αθεμελίωτα συμπεράσματα της επιφανειακής αναζήτησης του αφηγητή και από την άλλη τις μετριοπαθείς μελέτες και τα τεκμηριωμένα συμπεράσματα επί των θεμάτων που θίγονται. Στόχος της ανάρτησης είναι, μεταξύ άλλων, η εξοικείωση του κοινού με τη χρονοβόρα διαδικασία παραγωγής έγκυρων συμπερασμάτων. Τέλος, θα επικριθεί ο αυθαίρετος επίλογος του αφηγητή.


1) Ανυπόστατη χρονολόγηση της Λυκόσουρας: 

"Η Λυκόσουρα θεωρείται η αρχαιότερη πόλη του κόσμου. Χρονολογείται γύρω στο 10.000 με 8.000 π.Χ. [...] Σήμερα σώζονται ελάχιστα λείψανα του τείχους της ακρόπολης του τετάρτου και πέμπτου αιώνα π.Χ."


Η γνώση που κατέχουμε τόσο για τη Λυκόσουρα όσο και για τον προσκείμενο ναό της Δέσποινας είναι ελλιπής, διότι δεν έχουν διεξαχθεί ούτε πρόσφατες ούτε εκτεταμένες ανασκαφές. Η τελευταία ανασκαφή πραγματοποιήθηκε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα από τον Κωνσταντίνο Κουρουνιώτη.

Δεν ισχύει ομως το ίδιο για το ιερό του Λυκαίου Διός κοντά στη Λυκόσουρα για το οποίο βρίσκεται σε εξέλιξη η ανασκαφική έρευνα των Dr. Romano, Dr. Voyatzis και Δρος Καραπαναγιώτου. Η προηγούμενη έρευνα στο ιερό είχε καταδείξει ως παλαιότερη εποχή χρήσης του ναού την Ύστερη Γεωμετρική.

Στη συνέντευξη που αναφέραμε παραπάνω, η Dr. Voyatzis υποστήριξε ότι πλέον υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις ότι η λατρεία του Δία στο Λύκαιο όρος ανάγεται στην Μυκηναϊκή εποχή (περ. 1550-1200 π.Χ.). Αυτές είναι: α) Η Ανακάλυψη της αδιάκοπης χρήσης του ιερού από τη Μυκηναϊκή εποχή ως την Ελληνιστική και β) το γεγονός ότι ο Δίας έχει ταυτιστεί ως παραλήπτης θυσιών σε μυκηναϊκές επιγραφές κοντινών περιοχών. Η αδιάκοπη χρήση του ιερού, η ταύτιση του Δία σε επιγραφές και οι αρχαίες μαρτυρίες που αναφέρονται στη λατρεία του Λυκαίου Διός στον συγκεκριμένο ναό τους επόμενους αιώνες, ενισχύουν την άποψη ότι αυτός ο θεός συνέχισε να λατρεύεται αδιάκοπα και χωρίς μεταβολή.

Όμως, η μυκηναϊκή χρονολόγηση του ιερού κοντά στη Λυκόσουρα δεν μπορεί αυτομάτως να αποτελέσει τεκμήριο για τη μυκηναϊκή χρονολόγηση της ίδιας της πόλης. Άλλωστε, το ιερό δεν φαίνεται να εξυπηρετούσε μία συγκεκριμένη τοπική κοινότητα συσπειρωμένη κοντά στο ιερό, με τα ευρήματα να δείχνουν ότι τα αφιερώματα προέρχονταν και από περιοχές εκτός των συνόρων της Αρκαδίας. 

Επιπλέον, η ανασκαφή ανέδειξε ευρήματα ανθρώπινης δραστηριότητας από προγενέστερη εποχή. Αυτά, όμως, δεν μπορούν αυτομάτως να συσχετιστούν άμεσα, χωρίς περαιτέρω έρευνα και τεκμηρίωση με μεταγενέστερες κοινότητες, οικισμούς και λατρείες. Τα παλαιότερα ευρήματα χρήσης του χώρου ανήκουν στην Ύστερη Νεολιθική εποχή (περ. 4.500-3.200 π.Χ.).

Αξίζει να σημειωθεί ότι η ανασκαφή στη θέση Μαραθούσα 1, που απέχει 20 χλμ από το Λύκαιο όρος, έδειξε ανθρώπινη δραστηριότητα πρώιμων ανθρώπων γύρω στο 450.000 π.Χ. (πιθανόν Homo heidelbergensis σύμφωνα με την Δρα Χαρβάτη). Την έρευνα διεξάγει η Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας-Σπηλαιολογίας σε συνεργασία με την προαναφερθείσα καθηγήτρια Παλαιοανθρωπολογίας.

Η χρονολόγηση του αφηγητή δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί υποθετική, ατεκμηρίωτη και απερίσκεπτη.


2) Σύγχυση πηγών-αντιφατικές δηλώσεις: 

"Η Δέσποινα γεννήθηκε στο Λύκαιο όρος όταν η προ-Ολύμπια Δήμητρα πέρασε από εκεί ψάχνοντας την κόρη της Περσεφόνη. [...] Το αληθινό της όνομα το κατείχαν μόνο οι μυημένοι. Ο Όμηρος αναφέρει ότι το ιδιαίτερο όνομά της ήταν Περσεφόνη και η Δέσποινα σε άλλες περιοχές λεγόταν Περσεφόνη. Αν και κάποιοι την ταύτιζαν με την κόρη, αυτή η θεά με το ανομολόγητο όνομα εξακολουθούσε να συγγενεύει με την αρχαία φύση της Άρτεμης [...] μία ιερή ελαφήνα περιδιάβαινε σε αυτο το ιερό σαν έναν κήπο καταμεσίς του δάσους. Ο λαός την επικαλούνταν με τα προσωνύμια Άνασσα, Πότνια ή απλά Δέσποινα."


Το ετερογενές μίγμα του αφηγητή επικαλείται τον Όμηρο ως μάρτυρα για το αληθινό όνομα της αρκαδικής Δέσποινας και δηλώνει απροκάλυπτα ότι η Δέσποινα ήταν με απλά λόγια η Περσεφόνη άλλων περιοχών. Έπειτα αναιρεί την ταύτιση, που ο ίδιος έκανε, για να τη συνδέσει ουσιαστικά με την Πότνια θηρών, μέσω της "αρχαίας φύσης" μιας άλλης θεάς. Ο αφηγητής, επίσης, είναι βέβαιος ότι έχει εντοπίσει και άλλα προσωνύμια για την αρκαδική Δέσποινα,  συγκεκριμένα Πότνια και Άνασσα.

Πρωτίστως, να ξεκαθαρίσουμε ότι πουθενά ο Όμηρος δεν αναφέρει ότι η αρκαδική θεά ονομάζεται Περσεφόνη, ούτε υπάρχουν ενδείξεις ότι σε άλλες περιοχές οι Αρκάδες αποκαλούσαν τη Δέσποινα Περσεφόνη. Η Περσεφόνη, γνωστή και ως Κόρη, δεν ταυτίζεται με τη Δέσποινα και ο διασωθής μύθος της είναι ξεκάθαρος στο ότι η Δήμητρα έχει ήδη γεννήσει την Περσεφόνη πριν μείνει έγκυος στη Δέσποινα. Όμως, υπάρχουν πράγματι στοιχεία που ενδεχομένως υποδηλώνουν ότι σε κάποια χρονική στιγμή η πρώτη άσκησε επιρροή στη λατρεία/απεικόνιση της δεύτερης. Αρχικά, και οι δύο είναι προϊόν συνεύρεσης της Δήμητρας με έναν θεό ο οποίος την εξαπάτησε χρησιμοποιώντας ως μέσω τη μεταμόρφωση. Επιπλέον, η μοναδική, ως τώρα, αναπαράσταση της Δέσποινας την απεικονίζει να κάθεται δίπλα στην Δήμητρα, να φορά πέπλο, να κρατά σκήπτρο και κίστη (είδος κουτιού). Άλλα στοιχεία που θυμίζουν Ελευσίνια Μυστήρια έρχονται από μία επιγραφή του 2ου αιώνα π.Χ. και την μαρτυρία του Παυσανία τέσσερις αιώνες μετά. Η επιγραφή (ΕΜ 11 522) ενημέρωνε όσους εισέρχονταν στο ιερό της Δέσποινας ότι μπορούσαν να αφιερώσουν μεταξύ άλλων λυχνάρια και λευκές παπαρούνες, ενώ ο Περιηγητής μας πληροφορεί ότι στην εποχή του οι Αρκάδες δεν αφιέρωναν ρόδια στη Δέσποινα.

Η Δέσποινα δεν φαίνεται να ταυτίζεται ούτε με την Αρτέμιδα. Υπενθυμίζουμε ότι το σύμπλεγμα της Δέσποινας αναπαριστά και την Αρτέμιδα και μάλιστα ο Παυσανίας σχολιάζει το γεγονός ότι υπάρχει παραλλαγή του μύθου που θέλει την Αρτέμιδα να είναι επίσης κόρη της Δήμητρας (Παυσ. 8.37.6). Απέναντι από το ναό της Δέσποινας υπήρχε ιερό για την Αρτέμιδα Ηγεμόνη (Αγεμόνη). Σε πρόσφατη ανασκαφή του ιερού της Αρτέμιδος Λυκοάτιδος στην Ασέα, ο Dr. Forsen έφερε στο φως κεραμίδια στα οποία αποτυπώνεται ξεκάθαρα ότι ο χώρος ήταν αφιερωμένος σε δύο θεότητες. Συγκεκριμένα αναγράφονται τα ονόματα της Αρτέμιδος Λυκοάτιδος και της Δέσποινας.

Ο αφηγητής υπαινίσσεται ότι το πέπλο της Δέσποινας, το οποίο αναπαριστά ζωόμορφες φιγούρες να χορεύουν, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι σύμφωνα με το μύθο η θεά είχε στην κατοχή της ένα ιερό ελάφι, πηγάζουν από τη σύνδεσή της με την Αρτέμιδα, η οποία με τη σειρά της πηγάζει από την αναπαράσταση μίας αρχαιότερης γυναικείας (αλλά και ανδρικής) μορφής, εμφανιζόμενη να ασκεί επιρροή στα ζωόμορφα στοιχεία της εικονογραφίας της, γνωστή και από τις μυκηναϊκές επιγραφές ως Πότνια θηρών. Το πρόβλημα έγγυται στο ότι αυτή η αναπαράσταση αποτελούσε γνωστό μοτίβο τέχνης για τη Μεσόγειο και τη Μ. Ανατολή και μοιάζει να είναι περισσότερο μία εικονογραφική τάση, η οποία με τη σειρά της επηρέασε τον τρόπο απεικόνισης θεοτήτων και στον Ελλαδικό χώρο. Συνεπώς, το γεγονός ότι μπορεί κανείς να βρεί την εικονογραφική τάση της Πότνιας θηρών σε ιερά της Αρτέμιδος κατά τη Γεωμετρική και Αρχαϊκή εποχή, δεν αποτελεί απόδειξη ''συγγένειας'' με τη Δέσποινα, της οποίας το -μάλλον Ελληνιστικής εποχής- πέπλο φερει ζωόμορφες φιγούρες.

Η πιο προβληματική, όμως, δήλωση είναι η πεποίθηση του αφηγητή ότι ο λαός χρησιμοποιούσε για τη Δέσποινα και άλλα προσωνύμια όπως Πότνια και Άνασσα. Το όνομα της αρκαδικής θεότητας με το προσωνύμιο Δέσποινα δεν έχει διασωθεί, συνεπώς είναι αδύνατο να αναγνωριστεί δίπλα σε άλλες επικλήσεις, όπως Άνασσα και Πότνια. Όπως παρατηρεί η Palamidis, υπάρχουν αρκετές θεότητες που λαμβάνουν το προσωνύμιο Δέσποινα. Ενδεικτικά, σε ποίημα του Ανακρέοντος η Άρτεμις αποκαλείται ''ἀγρίων δέσποιν' Ἄρτεμι θηρῶν'' [απόσπ. 348], σε ποίημα του Πινδάρου η Αφροδίτη αποκαλείται ''Κύπρου δέσποινα'' [απόσπ. 122] και η Μήδεια στον Ευριπίδη αποκαλεί την Εκάτη ''δέσποινα'' [στ. 395]. Στο ποίημα Ὕμνος εἰς λουτρὰ τῆς Παλλάδος, ο Καλλίμαχος την αποκαλεί ''πότνι' Ἀθάνα'' [στ. 55] και στο ποίημα Φαινόμενα ο Άρατος αναφέρεται στην ''πότνια Μαῖα'' [στ. 263]. Ο αφηγητής έχει προβεί στο λογικό άλμα της σύνδεσης όλων των θεοτήτων που λαμβάνουν τέτοιες επικλήσεις με την Πότνια θηρών, την οποία προσπάθησε να μας προωθήσει μιλώντας για την ''αρχαία φύση της Άρτεμης''.

Ο αφηγητής έχει συγκεντρώσει κάποια στοιχεία τα οποία ένα προς ένα χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης, αλλά όλα μαζί δημιουργούν σύγχυση και δεν  είναι εύκολο να βγει ένα συμπέρασμα.

Αυτήν ακριβώς τη σύγχυση θέλει να εκμεταλλευτεί ο αφηγητής ώστε να φανεί πιο αληθοφανής η επόμενη ενότητα του βίντεο με τίτλο ''αποκρύβεται κάποιο κομμάτι της αληθινής ιστορίας;;''. 

3) Αβάσιμα κριτήρια παλαιότητας:

"Το γεγονός ότι η Λυκόσουρα χτίστηκε τόσο παλιά το βεβαιώνει το σύνολο της πρωτόγονης λατρείας με ιδιότητες θεών πρωταρχικού περιεχομένου, αρχέγονες παραστάσεις, ξόανα, λατρευτικό τύπο κλπ. [...] Ξέρουμε μόνο ότι οποιοδήποτε ζώο οικόσιτο ή άγριο μπορούσε να θυσιαστεί προς τιμήν της (Δέσποινας) και ότι δεν θανατώνονταν με σφαγή όπως στις θυσίες άλλων θεών, αλλά κομματιάζονταν από τους κομιστές σε μια μορφή παραληρήματος. [...] Φαίνεται ότι στα πολύ παλιά χρόνια, τα προϊστορικά, γίνονταν εκεί ανθρωποθυσίες, έπειτα από μυστηριακές και οργιαστικές τελετές, κατά τις οποίες τα θύματα διαμελίζονταν. Αργότερα τα ανθρώπινα θύματα αντικατέστησαν τα ζώα και οι μυστηριακές τελετές γίνονταν από άτομα με προσωπεία ζώων. Με την πάροδο του χρόνου και η θυσία ζώων αντικαταστήθηκε από την προσφορά στη θεά από τους πιστούς ζωόμορφων ειδωλίων, από τα οποία σώζονται μερικά. [...] Το ότι τα πολύ παλιά χρόνια συνηθίζονταν ανθρωποθυσίες ενισχύεται και από το ότι και στο Λύκαιο όρος επικρατούσε η συνήθεια των ανθρωποθυσιών για να τιμήσουν τον Λύκαιο Δία."


Ας ξεκινήσουμε με τη μικρή λεπτομέρεια ότι οποιοδήποτε ζώο μπορούσε να θυσιαστεί για τη Δέσποινα. Αυτή η πληροφορία πράγματι έρχεται από τον Παυσανία και εδώ οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι, ήδη από τον τίτλο ο αφηγητής ήταν ξεκάθαρος για το ότι ακολουθεί τα λεγόμενα του περιηγητή. Όμως, η επιγραφή σχετικά με τα λατρευτικά έθιμα προς τη Δέσποινα που αναφέραμε νωρίτερα και που χρονολογείται περίπου τέσσερις αιώνες πριν τον γεωγράφο, περιορίζει τα προς θυσία ζώα σε μικρά, λευκά και θυληκού γένους. Τονίζουμε ότι η επιγραφή έχει σωθεί αποσπασματικά.

Συνδυάζοντας τον διαμελισμό ζώων στη Δέσποινα με τον μύθο της ανθρωποθυσίας για τον Λύκαιο Δία, τον οποίο παραθέτει και πάλι ο Παυσανίας, ο αφηγητής μας καταλήγει να διατυπώσει τον εντελώς ανυπόστατο ισχυρισμό ότι η Λυκόσουρα θα πρέπει να είναι παλαιοτάτη διότι από την περιοχή αναδύεται ένας "πρωτόγονος" χαρακτήρας. Μάλιστα, προχωρά στη δημιουργία της εξής θεωρίας: Αρχικά το τελετουργικό της Δέσποινας περιελάμβανε τον διαμελισμό ανθρώπων τη θέση των οποίων πήραν ζώα, τα οποία στη συνέχεια αντικατέστησαν τα ανθρώπινα ειδώλια με προσωπεία ζώων.

Τα προαναφερθέντα ειδώλια, όπως επισημαίνει η Dr. Averett, είναι πιθανότατα Ελληνιστικής και Ρωμαϊκής κατασκευής, επηρεαζόμενα από τη γενική τάση νοσταλγίας της περιόδου, η οποία δεν δίσταζε να δημιουργήσει "παραδοσιακά" έθιμα για να ανταποκριθεί στις ρομαντικές προσδοκίες του κοινού της εποχής.

Μιλάμε για την ίδια εποχή κατά την οποία ο περιηγητής ταξιδεύει ανά την Ελλάδα και καταγράφει ό, τι δεν έχει ακόμα φθαρεί από το ένδοξο παρελθόν. Είναι αξιοπρόσεκτο ότι από το έργο του λείπουν περιγραφές που αφορούν στη Ρωμαϊκή πλέον πραγματικότητα του τόπου. Στην Αρκαδία, ο Παυσανίας επικεντρώνεται σε προ-Ρωμαϊκούς ναούς, οι οποίοι παραμένουν ενεργοί την περίοδο που τους επισκέπτεται. Όπως επισημαίνει η Dr. Pirenne-Delforge, ο Παυσανίας θεωρεί τους θρησκευτικούς χώρους ένα ασφαλές μέσω προσέγγυσης του παρελθόντος. Θεωρεί αυταπόδεικτη την ομαλή και ανέπαφη συνέχεια του παρελθόντος με το παρόν του, ότι οι λατρευτικές δοξασίες οι οποίες πραγματοποιούνται ακόμα στην εποχή του έχουν παραμείνει αμετάβλητες ανά τους αιώνες, έχουν διατηρηθεί αυτούσιες και όλα τα στοιχεία τους έχουν τις ρίζες τους βαθιά στο χρόνο. Ό, τι ακριβώς θα περιμέναμε να σκεφτόταν ο μέσος άνθρωπος της εποχής του.

Ό,τι δηλαδή σκέφτηκε και ο αφηγητής μας.

Ωστόσο, η προσέγγιση αυτή έχει αμφισβητηθεί από τη σύγχρονη έρευνα. Αρχικά, ας αναφέρουμε τη θρησκευτική λατρεία της Λαφρίας Αρτέμιδος στην κοντινή Πάτρα, αλλά και το βάρβαρο τελετουργικό της καύσης ζωντανών ζώων το οποίο περιγράφει ο Παυσανίας. Η έρευνα της Pirenne-Delforge έδειξε ότι το έθιμο ήταν απόρροια της νέας πραγματικότητας στην πόλη της Πάτρας, όταν πια ο Αύγουστος την μετέτρεψε σε αποικία παλαίμαχων Ρωμαίων. Για να επιτευχθεί η συνοχή στη νεοσύστατη κοινότητα της περιοχής, το τελετουργικό της νεοεισαχθείσας Λαφρίας Αρτέμιδος διαμορφώθηκε έτσι ώστε ναι μεν να διαφαίνεται ένα αρχαίο στοιχείο, αλλά παράλληλα να συμβαδίζει με τα βίαια ρωμαϊκά θεάματα της περιόδου. Στην περίπτωση της γιορτής Δαίδαλα, ο Δρ Χανιώτης καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η μορφή του τελετουργικού που έφτασε μέχρι της εποχή που το κατέγραψε ο Παυσανίας δεν μπορεί παρά να είναι το αποτέλεσμα μιας πολυετούς συγχώνευσης και τεχνητής διαμόρφωσης. Τέλος, τρανό παράδειγμα που δείχνει ότι ένα βάρβαρο έθιμο δεν αποτελεί τεκμήριο παλαιότητας είναι η περίπτωση του τελετουργικού μαστιγώματος αγοριών ως κομμάτι της λατρείας της Ορθίας Αρτέμιδος στη Σπάρτη. Μεταξύ άλλων ερευνητών, οι Dr. Hughes και Dr. Pomeroy παρατηρούν ότι το σπαρτιατικό τελετουργικό έγινε βίαιο κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους. Διότι, ενώ το τελετουργικό παρατηρείται και σε παλαιότερες πηγές, μόνο η κατοπινή μαρτυρία του Παυσανία διασώζει τον αρχαιοφανή αιτιολογικό μύθο που εμπλέκει το στοιχείο της ανθρωποθυσίας για να εξηγήσει ένα τελετουργικό που μόνο από την εποχή του Κικέρωνα και εξής περιγράφεται τόσο βίαιο. Η Pomeroy το εξηγεί ως μία ανακατασκευή ρωμαϊκής επιρροής με τρόπο που να τέρπει ένα κοινό γνωστό για την προτίμησή του στα αιματηρά θεάματα.

Σχετικά με την ανθρωποθυσία στο Λύκαιο όρος, η πρόσφατη ανασκαφή που "άγγιξε" τη Νεολιθική φάση του χώρου, μέχρι σήμερα δεν έχει αναδείξει σημάδια ανθρωποθυσίας. Αντιθέτως, ανέδειξε πλήθος καταλοίπων από τις θυσίες ζώων. Όσο για τον ανθρώπινο σκελετό που βρέθηκε εκεί, πρόκειται για κανονική ταφή (και όχι διαμελισμένο σώμα) μεταγενέστερου ανθρώπου. Υπενθυμίζουμε ότι ο μύθος της ανθρωποθυσίας για τον Λυκάονα, ο οποίος έχει φτάσει σε εμάς ως ολοκληρωμένο σενάριο, έχει αποδομηθεί σε παλαιότερη ανάρτηση με τέτοιον τρόπο ώστε να φανούν τα σημεία συγκόλλησης αυτοτελών επεισοδίων.

Εν κατακλείδι, η βαρβαρότητα ενός τελετουργικού δεν είναι αυταπόδεικτα σημάδι πρωτόγονης λατρείας, όπως αφήνει να εννοηθεί ο αφηγητής.

Αυθαίρετος επίλογος: 

"[...] ο χρόνος σε συναργασία με τον θρησκευτικό φανατισμό και τη νέα θρησκεία που επέβαλλαν οι Βυζαντικοί αυτοκράτορες, οι άνθρωποι κατέστρεφαν κάθε δημιούργημα του αρχαίου κόσμου, συν την εγκληματική άγνοια των μεταγενέστερων χρόνων [...]. Περπατώντας κάποιος μεσα σε αυτά τα ερείπια της αρχαίας Λυκόσουρας βρίσκει αποδείξεις για αυτό που λέγεται από μερικούς, δηλαδή ότι όταν οι Έλληνες είχαν πολιτισμό, οι υπόλοιποι κάτοικοι του πλανήτη ζούσαν πρωτόγονα[...] Σήμερα προσπαθούν να κοιμήσουν και να παραπλανήσουν τους νεοέλληνες φορτώνοντάς τους με άχρηστες γνώσεις, κρύβοντάς τους την αληθινή ιστορία των προγόνων τους από τα σχολεία τους, Την αληθινή ιστορία του πλανήτη γη και της Ελλάδας το γνωρίζουν λίγοι και ισχυροί."


Μα γιατί να περιμένει κανείς την αρχαιολογική σκαπάνη και τα αποτελέσματα της μετέπειτα έρευνας, όταν υπάρχει η μέθοδος της ακριβούς χρονολόγησης από τη ματιά κάποιου σαν τον αφηγητή μας! Το πρόβλημα με τις απλοϊκες εξηγήσεις και τη γραμμική απόδοση των ιστορικών γεγονότων είναι ότι το παρελθόν μας γίνεται έρμαιο ανθρώπων που αδιαφορούν για το περιεχόμενό του, αρκεί αυτό να τους εξασφαλίζει τον τίτλο του πρώτου, του καλύτερου, του αναντικατάστατου, του καλού της ιστορίας, του πρωτοπόρου (και η λίστα πάει ακόμα). Ανθρώπων που αποδίδουν τα κενά τα οποία προκύπτουν από την ελλιπή έρευνά τους στις δολοπλοκίες των "παραπλανητών των νεοελλήνων".

Στην αντίπερα όχθη όσων ψάχνουν ιστορικά σημεία για να στηρίξουν το αίσθημα ανωτερότητάς τους είμαστε εμείς, οι άλλοι, που αντιλαμβανόμαστε ότι οι άνθρωποι αποτελούμε ένα κομματάκι από την αέναη και πολύπλευρη ιστορία του τόπου μας. Εμείς που θεωρούμε προγόνους μας όλους όσους κάποτε κατοίκησαν κάτω από τα θεμέλια του σπιτιού μας, όλους όσους καλλιέργησαν και κατανάλωσαν καρπούς από το ίδιο χώμα, που είδαν την ανατολή από το ίδιο ορεινό τοπίο. Ανεξαρτήτως πολιτισμού, θρησκείας και χρονικής περιόδου. Κόντρα στην επιλεκτική προσέγγιση των "αφηγητών", εναγκαλιζόμαστε κάθε ιστορική και πολιτισμική πτυχή των στρωμμάτων που συνθέτουν το αρκαδικό παρελθόν.



Βιβλιογραφία:  

Συνέντευξη Δρος Χαρβάτη με αναφορά στη Μαραθούσα 1: https://www.tovima.gr/2019/12/15/science/enas-proimos-homo-sapiens-sti-mani/

Η συνέντευξη της Dr. Voyatzis: https://www.youtube.com/watch?v=HsMuJx62z4E

Ιστοσελίδα ανασκαφών Λυκαίου όρους: http://lykaionexcavation.org/

Ιστοσελίδα ανασκαφών Λυκοάτιδος: http://arachamitaiexcavation.info

Η επιγραφή της Δέσποινας: https://epigraphy.packhum.org/text/32662?bookid=12&location=1632

Averett, E. W. (2019) 'Theriomorphic Figures in Hellenistic and Roman Arcadia: Nostalgia and Ritual' in Papantoniou, Michaelides, Dikomitou-Eliadou (eds), Hellenistic and Roman Terracottas, Leiden.

Chaniotis, A. (2002) ‘Ritual Dynamics: the Boiotian Festival of the Daidala’ in Horstmans-Hoff, Singor, Van Straten, Strubbe (eds), Kykeon. Studies in Honour of H.S. Versnel, Leiden.

Forsén, B. (2016) ‘Artemis Lykoatis and the Bones of Arkas. Sanctuaries and territoriality’ in Melfi – Bobou (eds.), Hellenistic Sanctuaries. Between Greece and Rome, Oxford.

Κουρουνιώτης, Κ. (1912) «Το εν Λυκοσούρα Μεγαρον της Δεσποίνης», ΑΕ.

Hughes, D. D. (1991) Human Sacrifice in Ancient Greece, London.

Palamidis, A. (2018) ‘The sanctuary of Despoina. A Megalopolitan Creation?’ in Tausend (ed.), Ancient Arcadia. History and Culture of a Mountainous Region, Graz.

Pirenne-Delforge, V. (2006) ‘Ritual Dynamics in Pausanias: The Laphria’ in Stavrianopoulou (ed.), Ritual and Communication in the Graeco-Roman World, Liège.

Pomeroy S. B., (2008) ‘Spartan Women among the Romans: Adapting Models, Forging Identities’, MAAR Vol. 7.